- αρματροχιη
- ἁρματροχίηἡ Hom. = ἁρματοτροχία См. αρματοτροχια
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
αρματροχιή — ἁρματροχιή, η (ποιητ. τ.) (Α) η αρματοτροχιά* … Dictionary of Greek
ἁρματροχιή — ἁρματοτροχιά wheel track of a chariot fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)